Πώς μετράμε την ανθρωπιά;

Η ανθρωπιά ορίζεται ως η ιδιότητα αυτού που είναι καλός άνθρωπος, έχει καλοσύνη, διαπνέεται από συμπόνια, υψηλό αίσθημα αλληλεγγύης και νοιάζεται για τον συνάνθρωπό του. (Μπαμπινιώτης, 2012) Είμαι από την Κοζάνη, μια μικρή πόλη της Δυτικής Μακεδονίας. Αν έκανα την ερώτηση αυτή στους συμπολίτες μου πολλοί θα θεωρούσαν ότι φέρουν την ιδιότητα της ανθρωπιάς, μη εξαιρουμένης της γράφουσας. Με λίγη μεροληψία ίσως, θεωρώ ότι το ίδιο θα απαντούσε το σύνολο των Ελλήνων και στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που βιώνουμε, μάλλον όλο το ανθρώπινο είδος στα πέρατα αυτού του μικρού πλανήτη. Δεν μπορώ να μιλήσω για τους άλλους συνανθρώπους μου, αλλά εμείς στην Κοζάνη έχουμε μεγαλώσει με μια λαϊκή απλότητα. Η συνταγή είναι εύκολη και   συνίσταται στα εξής:   ότι δεν φαίνεται κακό δεν είναι, υπάρχει μια δικαιολογία για τα πάντα και ευτυχία είναι μόνο ότι μπορεί να μετρηθεί. Και φυσικά είμαστε καλοί άνθρωποι. Απλά πράγματα, απτά. Έχεις δουλειά, έχεις οικογένεια, έχεις κοινωνική υπόσταση, μεγ

Ράινερ Μαρία Ρίλκε - Γράμματα σ’ ένα νεό ποιητή

                       Ρώμη, 23 Δεκέμβρη του 1903                                                 
                     

Αγαπητέ μου κύριε Kappus,

Δε θα ‘θελα να μείνετε χωρίς ένα χαιρετισμό από μέρους μου, τώρα που ‘ρχονται Χριστούγεννα και που, ανάμεσα στη γιορτερή ατμόσφαιρα, η μοναξιά σας θα σας φαίνεται πιο βαριά από άλλοτε. Αν, όμως κείνες τις ώρες, νιώσετε πως η μοναξιά σας είναι μεγάλη, χαρείτε τότε: γιατί, (αναρωτηθείτε μόνος σας) τι νόημα θα ‘χε μια μοναξιά που δε θα ‘ταν αληθινά μεγάλη; Μονάχα μια μοναξιά υπάρχει, κι είναι μεγάλη και βαραίνει πολύ τους ώμους μας. Για όλους, σχεδόν, έρχονται οι ώρες, που θα τις αντάλλαζαν πρόθυμα με οποιονδήποτε «συγχρωτισμό»  - και τον πιο κοινότοπο ακόμα, και τον πιο φθηνό- ή με μιαν επιφανειακή ασήμαντη ομοφωνία με τον «πρώτο τυχόντα», τον πιο ανάξιο…Μπορεί όμως, τις ώρες ίσα-ίσα τούτες, ν’ αξαίνει και να μεστώνει η Μοναξιά γιατί το μέστωμά της είναι οδυνηρό σαν το μέστωμα των παιδιών και θλιβερό σαν τις πρώτες ανοιξιάτικες μέρες. Μη σας παραπλανάει όμως τούτο. Ένα, και μόνο, μας είναι απαραίτητο: η Μοναξιά, η μεγάλη εσωτερική Μοναξιά. Να βυθίζεσαι στον εαυτό σου και, ώρες ολόκληρες, να μην ανταμώνεις εκεί κανέναν –αυτός πρέπει να ‘ναι ο ανώτερος του καθενός στόχος. Να ‘σαι μονάχος – όπως ήσουν  μονάχος στα παιδικά σου χρόνια, όταν οι μεγάλοι πηγαινόρχονταν, μπερδεμένοι σε πράγματα, που σου φαίνονταν σοβαρά και σπουδαία μόνο και μόνο επειδή αυτοί ήταν τόσο πολύ απασχολημένοι μαζί τους και επειδή εσύ δεν καταλάβαινες τίποτα από ό,τι έκαναν.
Κι έρχεται μια μέρα που νιώθεις πως οι ασχολίες τους είναι κακομοίρικες, τα επαγγέλματά τους κοκαλωμένα και χωρίς πια δεσμούς με τη ζωή…  Γιατί, τότε, να μην εξακολουθήσεις να τα βλέπεις, όπως το παιδί, σαν κάτι ξένο, απ’ τα βάθη του δικού σου κόσμου, κι απ’ την απεραντοσύνη της μοναξιάς σου, που είναι αυτή δουλειά και θέση κι επάγγελμα; Γιατί να θες ν’ ανταλλάξεις το σοφό «δεν καταλαβαίνω» του παιδιού, με  τον αγώνα και την περιφρόνηση, μια και «δεν καταλαβαίνω»  θα πει «είμαι μονάχος», ενώ «αγωνίζομαι και περιφρονώ» θα πει «παίρνω μέρος σε κείνα ίσα-ίσα τα πράματα που θέλω, μ’ αυτόν τον τρόπο, να τα κρατήσω μακριά μου»;
Στοχαστείτε , αγαπητέ Κύριε, τον κόσμο που κλείνετε μέσα σας και δώστε σ’ αυτό το στοχασμό ό,τι όνομα θέλετε. Είτε θύμηση των παιδικών σας χρόνων είναι, είτε πόθος για τη μέλλουσα ολοκλήρωσή σας – μη νοιαστείτε παρά μόνο για κείνο που ορθώνεται  μέσα σας, τοποθετείστε το πάνω απ’ όλα όσα βλέπετε γύρω σας. Η εσωτερική πορεία σας αξίζει όλη σας την αγάπη, πρέπει να εργαζόμαστε αδιάκοπα γι’ αυτήν και να μη χάνετε πολύ καιρό και πολύν κόπο ξεκαθαρίζοντας τις σχέσεις σας με τους άλλους ανθρώπους. Κι άλλωστε ποιο σας είπε ότι βρισκόμαστε σε οποιαδήποτε σχέση μαζί τους;- ξέρω το επάγγελμά σας είναι τραχύ, ορθώνεται αδιάκοπα ενάντιά σας. Το είχα προμαντέψει το παράπονό σας, ήξερα πως δε θ’ αργούσε να ‘ρθει. Τώρα που ήρθε, δε μπορώ να σας γαληνέψω, μόνο να σας συμβουλέψω μπορώσκεφτείτε: όλα τα επαγγέλματα δεν είναι τάχα το ίδιο γεμάτα αξιώσεις, γεμάτα έχτρα ενάντια στο άτομο- σαν να βύζαξαν το μίσος εκείνων που βρέθηκαν βουβοί, ανυπεράσπιστοι και σκυθρωποί απέναντι στο γυμνό ανελέητο καθήκον; Η ατμόσφαιρα, όπου πρέπει τώρα πια να ζήσετε, είναι, βέβαια, φορτωμένη συμβατικότητες, προλήψεις και πλάνες – όχι βαρύτατες, ωστόσο, από κείνες που πιέζουν την ατμόσφαιρα οποιουδήποτε άλλου επαγγέλματος. Κι αν μερικά δίνουν την εντύπωση πως σου αφήνουν κάπως περισσότερη ελευθερία, κανένα τους δεν είναι τόσο πλατύ κι απλόχωρο, που να μπορεί ν’ αγκαλιάσει τα μεγάλα μυστικά της αληθινής ζωής. Μονάχα ο Ερημίτης μοιάζει υποταγμένος στους βαθύτερους νόμους της ζωής κι όταν κινάει μες στην αυγή, ή απλώνει τη ματιά του στο δειλινό, που είναι γεμάτο συντελεσμένα γεγονότα, κι όταν νιώθει τι γίνεται εκεί μέσα- τότε λυτρώνεται απ’ όλες τις βιοτικές συνθήκες (όπως οι πεθαμένοι), κι ας στέκει, αυτός, καταμεσής στην αληθινή ζωή. }      



Ράινερ Μαρία Ρίλκε - Γράμματα σ’  ένα νεό ποιητή   
Μετάφραση : Μάριος Πλωρίτης

Εκδόσεις: Ίκαρος (2010)

Σχόλια