Πώς μετράμε την ανθρωπιά;

Η ανθρωπιά ορίζεται ως η ιδιότητα αυτού που είναι καλός άνθρωπος, έχει καλοσύνη, διαπνέεται από συμπόνια, υψηλό αίσθημα αλληλεγγύης και νοιάζεται για τον συνάνθρωπό του. (Μπαμπινιώτης, 2012) Είμαι από την Κοζάνη, μια μικρή πόλη της Δυτικής Μακεδονίας. Αν έκανα την ερώτηση αυτή στους συμπολίτες μου πολλοί θα θεωρούσαν ότι φέρουν την ιδιότητα της ανθρωπιάς, μη εξαιρουμένης της γράφουσας. Με λίγη μεροληψία ίσως, θεωρώ ότι το ίδιο θα απαντούσε το σύνολο των Ελλήνων και στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που βιώνουμε, μάλλον όλο το ανθρώπινο είδος στα πέρατα αυτού του μικρού πλανήτη. Δεν μπορώ να μιλήσω για τους άλλους συνανθρώπους μου, αλλά εμείς στην Κοζάνη έχουμε μεγαλώσει με μια λαϊκή απλότητα. Η συνταγή είναι εύκολη και   συνίσταται στα εξής:   ότι δεν φαίνεται κακό δεν είναι, υπάρχει μια δικαιολογία για τα πάντα και ευτυχία είναι μόνο ότι μπορεί να μετρηθεί. Και φυσικά είμαστε καλοί άνθρωποι. Απλά πράγματα, απτά. Έχεις δουλειά, έχεις οικογένεια, έχεις κοινωνική υπόσταση, μεγ

Μίλαν Κούντερα – Κωμικοί Έρωτες (αποσπάσματα)


Μίλαν Κούντερα – Κωμικοί Έρωτες
Οπισθόφυλλο:
«Πες ότι συναντάς έναν τρελό, που ισχυρίζεται πως είναι ψάρι, αλλά και πως όλοι μας είμαστε ψάρια. θα κάτσεις να τσακωθείς μαζί του; θα γδυθείς για του δείξεις πως δεν έχεις πτερύγια; θα του πεις καταπρόσωπο αυτό που σκέφτεσαι; Γιά πες μου!"
Ο αδερφός του σώπαινε και ο Έντουαρντ συνέχισε: «Αν του έλεγες την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, αυτό δηλαδή που σκέφτεσαι για κείνον, σημαίνει πως δέχεσαι να πιάσεις σοβαρή κουβέντα μ' έναν τρελό, και άρα είσαι κι εσύ τρελός. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τον κόσμο που μας περιβάλλει. Αν επέμενες να του πεις την αλήθεια καταπρόσωπο, θα σήμαινε πως τον παίρνεις στα σοβαρά. Και το να παίρνεις στα σοβαρά κάτι τόσο ασόβαρο, σπμαίνει πως έχεις χάσει όλη τη σοβαρότητά σου. Εγώ όμως πρέπει να πω ψέματα, για να μην πάρω στα σοβαρά τους τρελούς και να μην τρελαθώ κι ο ίδιος".
Οι Κωμικοί έρωτες, γραμμένοι μέσα σε μια δεκαετία, μεταξύ 1959 και 1968, πριν δηλαδή από το Αστείο (1967) και παράλληλα με αυτό, εκδίδονται το 1970 και θεωρούνται έτσι το δεύτερο έργο του Κούντερα. «Ως τα τριάντα μου» λέει σε συνέντευξη του ο Κούντερα «έγραφα διάφορα πράγματα: κυρίως μουσική, αλλά και ποίηση, έγραψα ακόμα κι ένα θεατρικό, [ ... ] αναζητώντας τη φωνή μου, το ύφος μου, αναζητώντας τον εαυτό μου. Με την πρώτη ιστορία των Κωμικών ερώτων (γραμμένη το 1959) είχα τη βεβαιότητα πως "με βρήκα". "Έγινα πεζογράφος, μυθιστοριογράφος, και δεν είμαι τίποτα άλλο".
Το εντυπωσιακό είναι ότι με το έργο αυτό, που αρθρώνεται σε επτά ανεξάρτητες ιστορίες, ο Κούντερα δεν έχει βρει μόνο τα θέματά του, προαναγγέλλοντας έτσι τα κατοπινά μυθιστορήματά του, αλλά και τα εκφραστικά του μέσα, το ύφος του, πλήρως διαμορφωμένο ήδη.
Κωμικοί έρωτες, δπλαδή έρωτες για γέλια, στην κατηγορία μάλλον του ασόβαρου παρά του γελοίου, με τον γνωστό πικρό σαρκασμό με τον οποίο ανατέμνει ο συγγραφέας την ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου και της εποχής του.


Κωμικοί Έρωτες - Αποσπάσματα
{Διασχίζουμε το παρόν με τα μάτια δεμένα. Το πολύ πολύ να διαισθανθούμε και να μαντέψουμε αυτό που ζούμε τη συγκεκριμένη στιγμή. Αργότερα μόνο, όταν πια λύσουμε τα μάτια μας και εξετάσουμε το παρελθόν, αντιλαμβανόμαστε αυτό που ζήσαμε και κατανοούμε τη σημασία του.}
{Έρχονται στιγμές στη ζωή που πρέπει να δώσει κανείς τη μάχη του οπισθοχωρώντας που πρέπει να εγκαταλείψει τις ήσσονος σημασίας θέσεις για να περισώσει τις ζωτικής σημασίας. Και η πιο σημαντική μού φάνηκε πως ήταν ο έρωτάς μου.}
{Στον κόσμο μας η ασκήμια λειτουργεί θετικά. Κανένας δε θέλει να μείνει για ώρα πουθενά, οι πάντες βιάζονται, κι αυτό δίνει στη ζωή τον επιθυμητό ρυθμό. }
{Για να 'μαι ειλικρινής, δεν ξέρω για ποιο λόγο δεν πάω με την Ελίζαμπετ. Έχω πάει με πιο άσχημες, πιο μεγάλες και πιο προκλητικές γυναίκες. Άρα θα έλεγε κανείς πως τελικά θα πάω αναγκαστικά και μ' αυτήν. Έτσι θα έλεγαν όλοι οι στατιστικολόγοι. Το ίδιο συμπέρασμα θα έβγαζαν και όλοι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Και βλέπετε, μάλλον γι' αυτόν το λόγο δεν πάω κι εγώ μ' αυτήν. Μάλλον θέλω να αντισταθώ στην αναγκαιότητα. Να βάλω τρικλοποδιά στην αρχή της αιτιότητας. Να ξεγελάσω τη θλιβερή προβλεψιμότητα της τροχιάς του κόσμου μ' ένα καπρίτσιο της ελεύθερης βούλησης.» «Και γιατί διάλεξες την Ελίζαμπετ γι' αυτόν το σκοπό;» φώναξε ο διευθυντής. «Επειδή ακριβώς δεν υπάρχει λόγος. Αν υπήρχε, θα μπορούσε να είναι γνωστός εκ των προτέρων, και έτσι θα μπορούσε να καθοριστεί και η συμπεριφορά μου εκ των προτέρων. Και ακριβώς σ' αυτή την απουσία συγκεκριμένου λόγου βρίσκεται αυτό το κομματάκι ελευθερίας που μας δόθηκε και στο οποίο οφείλουμε να προσβλέπουμε ακατάπαυστα, αν θέλουμε να διατηρηθεί λίγη ανθρώπινη αταξία σ' αυτό τον κόσμο των αμείλικτων νόμων. Αγαπητοί μου συνάδελφοι, ζήτω η ελευθερία!»}
{Αντιμέτωπος με το ασύλληπτο από τη φαντασία, με το αφάνταστο. Περνούσε τότε αυτή την πολύ σύντομη περίοδο της ζωής μας (την παραδεισιακή περίοδο) όπου η φαντασία δεν έχει ακόμη κορεστεί από την εμπειρία, δεν έχει γίνει ρουτίνα, όπου ξέρουμε ελάχιστα και κάνουμε ελάχιστα, κι έτσι υπάρχει ακόμη το αφάνταστο' και τη στιγμή που το αφάνταστο αρχίζει να γίνεται πραγματικότητα (χωρίς πια τη βοήθεια αυτού που μπορούμε να το φανταστούμε, χωρίς τη γέφυρα που μας προσφέρουν οι εικόνες), μας πιάνει πανικός και ίλιγγος}.
Γράφτηκε στη Βοημία μεταξύ 1959 και 1968


Μίλαν Κούντερα – Κωμικοί Έρωτες
Μετάφραση από την αναθεωρημένη, γαλλική έκδοση - Γιάννης Η.Χάρης
Εκδόσεις: "Βιβλιοπωλείον της Εστίας"

Σχόλια