Πώς μετράμε την ανθρωπιά;

Η ανθρωπιά ορίζεται ως η ιδιότητα αυτού που είναι καλός άνθρωπος, έχει καλοσύνη, διαπνέεται από συμπόνια, υψηλό αίσθημα αλληλεγγύης και νοιάζεται για τον συνάνθρωπό του. (Μπαμπινιώτης, 2012) Είμαι από την Κοζάνη, μια μικρή πόλη της Δυτικής Μακεδονίας. Αν έκανα την ερώτηση αυτή στους συμπολίτες μου πολλοί θα θεωρούσαν ότι φέρουν την ιδιότητα της ανθρωπιάς, μη εξαιρουμένης της γράφουσας. Με λίγη μεροληψία ίσως, θεωρώ ότι το ίδιο θα απαντούσε το σύνολο των Ελλήνων και στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που βιώνουμε, μάλλον όλο το ανθρώπινο είδος στα πέρατα αυτού του μικρού πλανήτη. Δεν μπορώ να μιλήσω για τους άλλους συνανθρώπους μου, αλλά εμείς στην Κοζάνη έχουμε μεγαλώσει με μια λαϊκή απλότητα. Η συνταγή είναι εύκολη και   συνίσταται στα εξής:   ότι δεν φαίνεται κακό δεν είναι, υπάρχει μια δικαιολογία για τα πάντα και ευτυχία είναι μόνο ότι μπορεί να μετρηθεί. Και φυσικά είμαστε καλοί άνθρωποι. Απλά πράγματα, απτά. Έχεις δουλειά, έχεις οικογένεια, έχεις κοινωνική υπόσταση, μεγ

Τάσος Λειβαδίτης - Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου

Η ζωή είναι ο δισταγμός μεταξύ ενός θαυμαστικού και ενός ερωτηματικού. Στην αμφιβολία, υπάρχει και η τελεία.
Fernando Pessoa, (1888-1935)



O ΒΙΟΣ ΒΡΑΧΥΣ

Συναντηθήκαμε έξω απ’ το σκοτεινό απόμερο παλαιοπωλείο.
Ήταν ένα υγρό χειμωνιάτικο σούρουπο. Κάποιο ρολόι χτύπησε πέντε.
Δεν τον είχα ξαναδεί, φορούσε ένα καπέλο λίγο υπερβολικό και κοιταχτήκαμε στα μάτια. Τι γυρεύαμε;  Ίσως τα πάντα – ω αν είχαμε μιλήσει. Το πανωφόρι του φαρδύ και γι’ άλλες θλίψεις. Ένα τραγούδι θλιμμένο ακούστηκε κάπου. Το ρολόι χτύπησε έξι.
Είχε περάσει η ζωή!



ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

Κάθε μέρα κάτι τελειώνει, έτσι σιγά σιγά συνηθίζουμε το μεγάλο
τέλος
βλέπουμε ένα καπέλο στη χλόη, ένα πιάνο πάνω στην θάλασσα, μια
            γυναίκα στη βροχή –
θυμάσαι το σανατόριο στο μακρινό προάστιο και την αλληλογραφία
μας απ’ τα διπλανά δωμάτια
ύστερα η αναχώρηση κι ένας απλός χαιρετισμός χωρίς επιμύθιο.
Κι ύστερα ήρθε η νύχτα και τ’ άστρα  ήταν το τελευταίο σημάδι ότι
            αγαπηθήκαμε…




{Τι έχει σημασία για μένα; αναρωτιόμουν
συχνά. Δεν ήξερα. Όμως ήξερα ότι απ’ τη στιγμή
που θα το μάθαινα, δε θα ‘χε πια καμιά σημασία.}



ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Άνθρωποι που έζησαν τόσο μυστικά που όταν πέθαναν ο θάνατος δε
            βρήκε τίποτα να τους πάρει.
Κι όπως και χτες βγήκε κι απόψε ανυποψίαστο το φεγγάρι.






Ο ΔΡΟΜΟΣ

Στον πικρό γυρισμό μου (από πού άραγε;) συχνά καθόμουν σ’ ένα
καφενείο, απ’ αυτά των ταπεινών θλίψεων με τα μακρόσυρτα δειλινά
στα τζάμια.
Και μόνον όσοι πέθαναν  νωρίς δεν έχασαν ποτέ το δρόμο.




Τάσος Λειβαδίτης  - από τη συλλογή  «Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου»
Εκδόσεις : Κέδρος



Σχόλια